top of page

Κείμενο Εργασίας 2

Νίκος Μούδουρος

ΤΟΥΡΚΙΚΟ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΙΣΛΑΜΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΜΙΑ “ΜΕΛΛΟΝΤΙΚΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ”

Περίληψη

 

Το κείμενο αυτό στοχεύει να εξετάσει τις σημερινές αντιπαραθέσεις στην Τουρκία γύρω από το θέμα της αλλαγής του Συντάγματος, μέσα από μια σύντομη ιστορική αναδρομή και με επίκεντρο το ιδεολογικό υπόβαθρο του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (Adalet ve Kalkınma Partisi – ΑΚΡ). Το θέμα της συνταγματικής αλλαγής δεν είναι άγνωστο στην τουρκική πολιτική πραγματικότητα. Εμφανίζεται και εντείνεται αναλόγως των πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων, καθώς και των διεθνών συγκυριών. Έστω και αν η επικαιρότητα στην Τουρκία σήμερα επικεντρώνεται σε άλλα θέματα με κορυφαίο αυτό των επικείμενων προεδρικών εκλογών του Αυγούστου 2014, το ζήτημα της αλλαγής του Συντάγματος και της υιοθέτησης του προεδρικού (ή ημιπροεδρικού) συστήματος, αναμένεται ότι θα επανέλθει εντονότερα στο προσκήνιο στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα μέχρι και τις γενικές εκλογές του 2015. Εξάλλου, το ΑΚΡ δεν έκρυψε ποτέ το στόχο του για αλλαγή του Συντάγματος και υιοθέτηση του Προεδρικού συστήματος, μια προοπτική που εάν υλοποιηθεί τότε θα αλλάξει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο την Τουρκία, αλλά και ολόκληρη την περιοχή. Υπό αυτή την έννοια, η συγκεκριμένη συζήτηση έχει στρατηγική σημασία εφόσον σε μεγάλο βαθμό θα καθορίσει και τους μελλοντικούς προσανατολισμούς της Τουρκίας. Με αυτά τα δεδομένα το κείμενο επιδιώκει να εξετάσει το αίτημα του ΑΚΡ για ένα νέο Σύνταγμα και για την εισαγωγή του Προεδρικού ή ημιπροεδρικού συστήματος, μέσα από το γενικότερο πλαίσιο της πορείας καθιέρωσης του κόμματος στην εξουσία, καθώς και μέσα από την ιδεολογική συνέχεια που παρουσιάζει με το παραδοσιακό ισλαμικό Κίνημα Εθνικής Άποψης (Milli Görüş Hareketi). Τόσο η αλλαγή του Συντάγματος, όσο και η ενίσχυση της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα Προεδρικό σύστημα, φαίνεται να αποτελούν διαχρονικά αιτήματα του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ, τα οποία σήμερα εκσυγχρονίζονται και αναπαράγονται σε ένα νέο πλαίσιο από το κόμμα του Έρντογαν (Erdoğan). Τέλος, το κείμενο ασχολείται σε συντομία με την ταύτιση των εξελίξεων που αφορούν στο νέο Σύνταγμα με την πορεία επίλυσης του Κουρδικού προβλήματος.

 

 

Η «παλιά» υπόθεση των αντιπαραθέσεων για το πολιτειακό σύστημα

 

Η σημερινή αντιπαράθεση στην Τουρκία σχετικά με το νέο Σύνταγμα, την πιθανότητα αλλαγής του πολιτειακού της συστήματος και η διαλεκτική σχέση αυτής της αλλαγής με την ευρύτερη γεωγραφική περιφέρεια της χώρας, δεν αποτελούν νέες εξελίξεις. Η συγκεκριμένη αντιπαράθεση υπάρχει ιστορικά και κορυφώνεται αναλόγως των κοινωνικο-οικονομικών και πολιτικών ανακατατάξεων στο εσωτερικό της Τουρκίας και στο διεθνές πλαίσιο που την επηρεάζει. Μερικά από τα κυριότερα χαρακτηριστικά του ιστορικού πλαισίου είναι η σχετικά μακρά συνταγματική εμπειρία της Τουρκίας από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, το κοινοβουλευτικό σύστημα, αλλά και το σύντομο χρονικό διάστημα υιοθέτησης του πολυκομματικού συστήματος από το 1945[1]. Όμως είναι γεγονός ότι η οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από τα προβλήματα που αντιμετώπισε και συνεχίζει να αντιμετωπίζει το τουρκικό πολιτικό σύστημα δεν μπορούν να περιορίζονται στο περιεχόμενο του Συντάγματος. Αντίθετα, η αντιπαράθεση για την αλλαγή του Συντάγματος και του πολιτειακού συστήματος συνδέεται με το επίπεδο κοινωνικο-οικονομικής ανάπτυξης, πολιτικής εξέλιξης και αποσταθεροποιήσεων[2]. Επίσης οι διεθνείς συγκυρίες και η εκάστοτε στρατηγική των τουρκικών ελίτ, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην πιο πάνω αναζήτηση.

 

Δεν ήταν καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι η Τουρκία από την ίδρυση της είχε τρία διαφορετικά Συντάγματα, τέσσερα πραξικοπήματα και 61 κυβερνήσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, τα στρατιωτικά πραξικοπήματα έπαιξαν σημαντικό ρόλο ως προς την επιβολή συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών ισορροπιών, οι οποίες τελικά αντικατοπτρίζονταν στο εκάστοτε Σύνταγμα, μέσα από την αυταρχική επιβολή του στρατού και το χαρακτήρα της ιδεολογικής του ηγεμονίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Σύνταγμα του 1961, προϊόν του πραξικοπήματος του 1960, το οποίο διακρινόταν από την παντελή έλλειψη εμπιστοσύνης του στρατιωτικού κατεστημένου προς τα πολιτικά κόμματα και την πολιτική ζωή ευρύτερα. Το Σύνταγμα του 1961 επιδίωξε να διχοτομήσει την εξουσία με τρόπο που να ελέγχεται περισσότερο από τον γραφειοκρατικό-στρατιωτικό μηχανισμό και να εμποδίσει τη νομιμοποίηση της από τη λαϊκή ψήφο. Έτσι το συγκεκριμένο Σύνταγμα επέβαλε, διαμέσου του κατακερματισμού και ελέγχου της εξουσίας, μια «συνομοσπονδία εξουσιών»[3] με παράλληλα σώματα και διαδικασίες.

 

Σύμφωνα με τους υποστηριχτές μιας ισχυρότερης εκτελεστικής εξουσίας, το Σύνταγμα του 1961 επιδίωξε να μειώσει αυτές τις αρμοδιότητες με αποτέλεσμα, όπως παραδέχτηκε ακόμα και ο επικεφαλής της Χούντας του 1980 Κενάν Εβρέν (Kenan Evren), «να μειωθούν οι αρμοδιότητες της εξουσίας εκείνης που κουβαλά όλο το βάρος της ζωής»[4]. Στη συνέχεια το Σύνταγμα του 1971 προσπάθησε να διορθώσει την κατάσταση αυτή χωρίς αποτέλεσμα.

 

Κορύφωση των προσπαθειών για αναδόμηση και συγκεντροποίηση της εκτελεστικής εξουσίας ήταν το Σύνταγμα του 1982, επίσης προϊόν του πραξικοπήματος του Σεπτεμβρίου 1980. Η συγκεκριμένη προσπάθεια με το Σύνταγμα του 1982, επικεντρώθηκε στην αύξηση των εκτελεστικών εξουσιών του Προέδρου σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα με τρόπο που να διασφαλίζεται η συνέχεια στην απαξίωση των πολιτικών κομμάτων και διαδικασιών. Δημιουργήθηκε με αυτό τον τρόπο μια «δικέφαλη εκτελεστική δομή»[5], με τον Πρόεδρο να λειτουργεί ως «σκιά» ελέγχου του πολιτικού συστήματος, υπεράνω κομμάτων και συνεπώς λαϊκής νομιμοποίησης. Με αυτό τον τρόπο σταδιακά οικοδομήθηκε ένα περίπλοκο κεκτημένο για τον επικεφαλής του κράτους, ο οποίος μπορούσε να παρεμβαίνει στη λειτουργία της πολιτικής ζωής συνολικά και να επηρεάζει το πρόγραμμα της εκάστοτε εκλεγμένης κυβέρνησης. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα επιδίωξης απονομιμοποίησης του προγράμματος εκλεγμένης κυβέρνησης από τον Πρόεδρο του κράτους, ήταν η χρησιμοποίηση του δικαιώματος αρνησικυρίας (βέτο) από τον Αχμέτ Νεζντέντ Σεζέρ (Ahmet Necdet Sezer) σε νομοσχέδια του κυβερνώντος ΑΚΡ. Μεταξύ της περιόδου 2002-2007, ο Σεζέρ άσκησε βέτο 73 φορές ξεπερνώντας ακόμα και τον Εβρέν, ο οποίος έκανε χρήση της εν λόγω εξουσίας 26 φορές[6].

 

Η κατάσταση που δημιουργήθηκε με το Σύνταγμα του 1982, αποτελεί μέχρι σήμερα βάση έντονων ιδεολογικών και πολιτικών αναζητήσεων για το μέλλον του πολιτειακού καθεστώτος της Τουρκίας. Υπάρχουν πολλοί μελετητές που υποστηρίζουν ότι ο οποιασδήποτε διάλογος αφορά στην υιοθέτηση προεδρικού συστήματος πρέπει να λαμβάνει υπόψη το δεδομένο ότι το Σύνταγμα του 1982 έχει ήδη οικοδομήσει μια δομή πολύ κοντά στο προεδρικό. Άλλοι μελετητές υποστηρίζουν ότι οι εξουσίες που παραχωρεί το συγκεκριμένο Σύνταγμα στον Πρόεδρο του κράτους είναι περισσότερες ακόμα και από το ημιπροεδρικό σύστημα της Γαλλίας, συνεπώς δεν μπορεί να γίνεται λόγος για κοινοβουλευτικό σύστημα[7]. Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Μπουρχάν Κουζού (Burhan Kuzu), ηγετικό στέλεχος του ΑΚΡ, υποστηρίζει ότι το Σύνταγμα του 1982 μέσα από τις διευρυμένες εκτελεστικές εξουσίες που παραχώρησε στον Πρόεδρο, μετέτρεψε με ένα περίπλοκο τρόπο σε “sui generis” το πολιτειακό σύστημα της Τουρκίας, χωρίς να μπορεί να ονομαστεί ούτε προεδρικό, αλλά ούτε και κοινοβουλευτικό[8].

 

Το προαναφερθέν πλαίσιο παίρνει νέες διαστάσεις με το δημοψήφισμα του 2007, στο οποίο η κυριότερη ίσως αλλαγή ήταν η έγκριση πρόνοιας για απευθείας εκλογή του Προέδρου από το λαό. Με αυτή την αλλαγή και σε συνδυασμό με τις διευρυμένες εκτελεστικές εξουσίες που έχει ο Πρόεδρος του κράτους, η Τουρκία έχει ήδη σημειώσει ένα καθοριστικό βήμα προς το προεδρικό σύστημα. Τουλάχιστον σε ιδεολογικο-πολιτικό επίπεδο, ένας Πρόεδρος με λαϊκή νομιμοποίηση από άμεση ψηφοφορία και με συνταγματικές εκτελεστικές εξουσίες, αποτελεί ούτως ή άλλως μια πανίσχυρη παρουσία[9] ανεξάρτητα από τους νομικούς χαρακτηρισμούς του πολιτειακού συστήματος.

 

Η ιδιαίτερη αναφορά που γίνεται για το Σύνταγμα του 1982 και την κληρονομιά που αφήνει πίσω του, σχετίζεται άμεσα με την πορεία κοινωνικό-οικονομικού και πολιτικού μετασχηματισμού της Τουρκίας μέχρι σήμερα. Συνεπώς συνδέεται και με τις γενικότερες αντιπαραθέσεις που αναπτύσσονται την τελευταία δεκαετία επί διακυβέρνησης ΑΚΡ για την προοπτική αλλαγής του Συντάγματος και υιοθέτησης του προεδρικού συστήματος. Η επιβολή του νεοφιλελευθερισμού στην Τουρκία με το πραξικόπημα του 1980, είχε παράλληλα κορυφώσει και τις αναζητήσεις γύρω από το ρόλο του κράτους, των κρατικών παρεμβάσεων, αλλά και της ίδιας της δομής εξουσίας του τουρκικού κράτους. Από τη μια εντείνονται οι προσπάθειες ενίσχυσης της εκτελεστικής εξουσίας, ενώ από την άλλη επανέρχονται στην επιφάνεια οι συζητήσεις για αποκέντρωση όπως για παράδειγμα μέσα από την ενδυνάμωση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι μετά το πραξικόπημα του 1980 και το νέο κοινωνικο-οικονομικό πλαίσιο, πολιτικά ρεύματα που υποστήριζαν την αποκέντρωση της διοίκησης και είχαν περιθωριοποιηθεί, επέστρεψαν σταδιακά στο προσκήνιο.

 

Παρά τις αρχικές εκτιμήσεις περί της επικράτησης ενός γενικά και ακαθόριστα μικρότερου κράτους στο νεοφιλελεύθερο μοντέλο ανάπτυξης του καπιταλισμού, η τουρκική εμπειρία (όπως και η εμπειρία άλλων χωρών) έδειξε ότι η εξουδετέρωση του κράτους αφορά κυρίως στο πεδίο της κοινωνικής πρόνοιας μέσα από τις περικοπές και στο πεδίο της παραγωγής μέσα από τις ιδιωτικοποιήσεις[10]. Το κράτος ως τέτοιο αναδιαμορφώνεται στο νέο πλαίσιο, παραμένει ισχυρό ενώ σε πολλές περιπτώσεις γίνεται ιδιαίτερα αυταρχικό.

 

Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω εξελίξεων ήταν η ενίσχυση των αναζητήσεων γύρω από τη μείωση των αρμοδιοτήτων της νομοθετικής εξουσίας και την αύξηση εκείνων της εκτελεστικής εξουσίας, ιδιαίτερα στο επίπεδο της αποτελεσματικότερης ρύθμισης της «ελεύθερης αγοράς». Έτσι, το συγκεκριμένο δεδομένο οδήγησε τις τουρκικές ελίτ στην επιδίωξη μετάβασης από την αντίληψη ενός «νομοθετικού κράτους» στην αντίληψη ενός αποτελεσματικότερου «διοικητικού κράτους»[11]. Στο σημείο αυτό, ιδιαίτερη σημασία απέχτησαν οι πολιτικοί φορείς και εκφραστές του νεοφιλελεύθερου μετασχηματισμού της Τουρκίας. Δηλαδή το ευρύτερο ρεύμα της τουρκικής συντηρητικής Δεξιάς και το πολιτικό Ισλάμ, των οποίων οι ιδεολογικές παραδόσεις συμπεριλαμβάνουν μια ευρύτερη προσπάθεια ισχυροποίησης της εκτελεστικής εξουσίας, αποδυνάμωσης της νομοθετικής και δημιουργίας προϋποθέσεων για μείωση της αυτονομίας της δικαστικής εξουσίας[12]. Συνεπώς θα μπορούσε να σημειωθεί ότι η κληρονομιά του Συντάγματος του 1982 στην υπόθεση συγκέντρωσης της εκτελεστικής εξουσίας, αποτελεί μία από τις κύριες βάσεις πάνω στις οποίες η τουρκική Δεξιά και ιδιαίτερα το πολιτικό Ισλάμ είχαν διεκδικήσει και συνεχίζουν να διεκδικούν την αλλαγή του πολιτειακού συστήματος της χώρας.

 

 

 

Το νέο Σύνταγμα ως προϊόν της καθιέρωσης του ΑΚΡ

 

Τουλάχιστον σε ότι αφορά τις πολύ πρόσφατες συζητήσεις για αλλαγή του Συντάγματος, το πλαίσιο ανάλυσης δεν μπορεί παρά να λαμβάνει υπόψη τις εξελίξεις που είχαν στο επίκεντρό τους τον μετασχηματισμό της Τουρκίας την τελευταία δεκαετία. Η κορύφωση των σημερινών διαδικασιών συναντιέται με μια καθοριστική συγκυρία: την σταθεροποίηση της εξουσίας του ΑΚΡ μέσα από την ανατροπή των παραδοσιακών κοινωνικο-οικονομικών ισορροπιών και την προσαρμογή τους στο διεθνές νεοφιλελεύθερο περιβάλλον. Σε αυτή τη χρονική συγκυρία το κυβερνών κόμμα διεκδικεί πιο έντονα την υιοθέτηση ενός νέου Συντάγματος, διαμέσου του οποίου θα φωτογραφίζονται σε θεσμικό επίπεδο οι νέες πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες που συνιστούν το πλαίσιο της οικοδόμησης μιας «νέας Τουρκίας». Θα ήταν χρήσιμη λοιπόν μια σύντομη αναφορά στις διαδικασίες που προηγήθηκαν της σημερινής φάσης των συζητήσεων για το νέο Σύνταγμα, μια προσπάθεια που θα αναδείξει και την πορεία σταθεροποίησης και καθιέρωσης του ΑΚΡ ως ηγεμονικής δύναμης. Παράλληλα, θα ήταν σημαντικό να υπογραμμιστεί ότι παρά τα μεγάλα προβλήματα που παρατηρήθηκαν στη διαδικασία συνταγματικών τροποποιήσεων την περίοδο 2011-2013 εντός Εθνοσυνέλευσης, η αντιπαράθεση αυτή αναμένεται να επανέλθει στα πλαίσια των προεδρικών εκλογών του Αυγούστου 2014, αλλά ιδιαίτερα κατά την πορεία προς τις γενικές εκλογές του 2015.

 

Το 2002, το ΑΚΡ αναλαμβάνει για πρώτη φορά τη διακυβέρνηση της Τουρκίας μέσα σε ένα περιβάλλον συνολικής κατάρρευσης των «παλαιών κομμάτων», κυρίως λόγω της οικονομικής και πολιτικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας. Το πραξικόπημα του 1997 ενάντια στην κυβέρνηση Έρμπακαν (Erbakan), τα σκάνδαλα τύπου Σουσουρλούκ (Susurluk), τα αδιέξοδα στο Κουρδικό και η οικονομική κατάρρευση την περίοδο 2000-2001, «ανέτρεψαν» σχεδόν όλα τα πολιτικά κόμματα που είχαν με τον ή τον άλλο τρόπο εμπλοκή στη διακυβέρνηση της χώρας για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Το νεοϊδρυθέν τότε ΑΚΡ κατάφερε να επικρατήσει καλύπτοντας το πολιτικό κενό και βασισμένο σε μια ευρύτερη πέραν του πολιτικού Ισλάμ συμμαχία. Όμως η πορεία των εξελίξεων από το 2002 μέχρι σήμερα, δείχνει ότι η επικράτηση του κόμματος του Έρντογαν (Erdoğan) δεν ήταν απλά συγκυριακή. Από τότε το κυβερνών κόμμα έχει καταγράψει νίκες σε όλες ανεξαιρέτως τις εκλογικές αναμετρήσεις, κατέγραψε σημαντική άνοδο της ποσοστών του σε όλες τις γενικές εκλογές, ενώ κατάφερε παράλληλα να επικρατήσει μέχρι στιγμής και σε δύο δημοψηφίσματα συνταγματικών αλλαγών (2007 και 2010).

 

Μέσα σε όλη αυτή την περίοδο, το αίτημα για αλλαγή του Συντάγματος υπάρχει αλλά επικρατεί στο δημόσιο χώρο αναλόγως των πολιτικών εξελίξεων και της σταθεροποίησης της εξουσίας του ΑΚΡ. Το δεδομένο αυτό υποχρεώνει σε μια σύντομη αναδρομή των διαφορετικών περιόδων της δεκαετούς διακυβέρνησης του κόμματος[13]. Η πρώτη περίοδος 2002-2006, χαρακτηρίστηκε κυρίως από την εντατικοποίηση της προσπάθειας της τουρκικής κυβέρνησης για πρόοδο στον τομέα των ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. Το εσωτερικό περιβάλλον πιέσεων προς το ΑΚΡ, η αμφισβήτηση που έφτασε μέχρι και σε σχεδιασμούς πραξικοπηματικής του ανατροπής, καθώς και η τότε διεθνής συγκυρία, αποτέλεσαν παράγοντες που ανάγκαζαν το κυβερνών κόμμα στην αναζήτηση ενός εξωτερικού άξονα νομιμοποίησης του. Αυτός ο άξονας ήταν η Ε.Ε. Μέσα από μια σταθερή μεταρρυθμιστική προσπάθεια με στόχο την ημερομηνία έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε, το ΑΚΡ σταθεροποιούσε το νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό της χώρας και την ίδια στιγμή περιόριζε το πεδίο επιρροής του παλαιού κεμαλικού κατεστημένου και ιδιαίτερα του στρατού.

 

Η δεύτερη περίοδος από το 2007 μέχρι και το 2010, χαρακτηρίστηκε ακριβώς από την επιδίωξη του ΑΚΡ για ολοκληρωτική περιθωριοποίηση του παλιού κατεστημένου. Η προσπάθεια του στρατού να παρεμποδίσει την εκλογή Αμπνουλλάχ Γκιούλ (Abdüllah Gül) στο προεδρικό αξίωμα το 2007, βρήκε απάντηση στην προκήρυξη πρόωρων εκλογών το καλοκαίρι του ίδιου χρόνου με την άνοδο των ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος στο 47%. Ακολούθησε η αποτυχημένη δικαστική δίωξη και προσπάθεια κλεισίματος του ΑΚΡ το 2008, η οποία τελικά ενεργοποίησε την αποκάλυψη του παρακρατικού δικτύου Εργκενεκόν (Ergenekon) και τη σταδιακή αποδόμηση του στρατού από την κυβέρνηση. Το ΑΚΡ κατάφερε σε αυτή την περίοδο να διευρύνει το δημοκρατικό πεδίο και να αφαιρέσει επιρροή από σημαντικούς κεμαλικούς πυλώνες εξουσίας, όπως το στρατιωτικό και δικαστικό κατεστημένο. Επισημοποίηση της επιτυχίας αυτής ήταν το δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου 2010, μέσα από το οποίο το ΑΚΡ κατάφερε να «θεσμοθετήσει» σε μεγάλο βαθμό την προηγούμενη πολιτική επικράτηση απέναντι στο παλιό κατεστημένο.

Η τρίτη περίοδος καθιέρωσης του ΑΚΡ στην εξουσία συνοδεύεται από την ένταση των αναζητήσεων για μια περιεκτική συνταγματική αλλαγή, πέραν από το πλαίσιο μιας απλής μεταρρύθμισης του Συντάγματος του 1982. Όμως το ευρύτερο περιβάλλον που επικρατεί μετά τη συντριπτική νίκη του ΑΚΡ στις γενικές εκλογές του 2011 με σχεδόν 50%, συνιστά μέρος του εποικοδομήματος της «νέας Τουρκίας» που οραματίζεται το κυβερνών κόμμα. Η συγκεκριμένη περίοδος χαρακτηρίζεται κυρίως από την επιδίωξη καθιέρωσης της ιδεολογικής κληρονομιάς του πολιτικού Ισλάμ, έτσι όπως σήμερα εκπροσωπείται από το ΑΚΡ. Χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να καταστεί αυτή η κληρονομιά ως η κυριότερη ιδεολογική αναφορά επανακαθορισμού της ταυτότητας της Τουρκίας, ολοκληρωτικής εξουδετέρωσης κεμαλικών κέντρων εξουσίας, καθώς και νομιμοποίησης της παρεμβατικής πολιτικής που ακολουθεί η χώρα προς την περιφέρειά της. Το άνοιγμα της περιόδου δημιουργίας της «Τουρκίας του ΑΚΡ» συνοδεύεται από την αναδιάταξη των συμμαχιών του κυβερνώντος κόμματος και την ενίσχυση της παρουσίας του Ισλάμ ως πολιτική αξία σε όλα σχεδόν τα επίπεδα. Επομένως το ίδιο το περιεχόμενο της διεκδίκησης για ένα νέο Σύνταγμα, επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη συγκεκριμένη ιδεολογική αλλαγή στη χώρα.

 

«Το προεδρικό σύστημα υπάρχει στα γονίδιά μας!»[14]: Η συντηρητική νομιμοποίηση της αλλαγής

 

Όπως έχει προαναφερθεί, η αλλαγή του Συντάγματος και η πιθανότητα πολιτειακής αλλαγής στην Τουρκία, συνιστούν μια ιστορική συνέχεια του ΑΚΡ με τα προηγούμενα κόμματα της Δεξιάς και του ισλαμικού Κινήματος Εθνικής Άποψης, σε ένα νέο πλαίσιο. Συνεπώς η αποκωδικοποίηση των αντιλήψεων που έχει το σημερινό κυβερνών κόμμα στην Τουρκία επί του θέματος αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Σύμφωνα με μια παραδοσιακή αντίληψη των ισλαμικών κομμάτων και του Κινήματος Εθνικής Άποψης (Milli Görüş Hareketi) που συνεχίζεται στο ΑΚΡ, η Τουρκία βρισκόταν για χρόνια υπό την κυριαρχία δυτικότροπων και ως εκ τούτου ξένων προς το μουσουλμανικό μιλλέτ (millet), κοσμικών ελίτ. Δηλαδή το τουρκικό κοσμικό κράτος ήταν υπό την κατοχή «ξένων», μια κατάσταση που αναπαρήγαγε την εχθρότητα μεταξύ του κράτους και του μουσουλμανικού έθνους-μιλλέτ.

 Σε αυτό το πλαίσιο, στόχος της ισλαμικής παράδοσης ήταν η «επανασύνδεση του κράτους με το δικό του έθνος», η επικράτηση μιας ιστορικής συμφιλίωσης και εναγκαλισμού της εξουσίας με το μουσουλμανικό μιλλέτ (millet). Με λίγα λόγια, το πέρασμα της εξουσίας στα χέρια των αυθεντικών εκπροσώπων του έθνους-μιλλέτ. Το ΑΚΡ σήμερα φαίνεται να αναπαράγει την αντίληψη της σύγκρουσης μεταξύ κράτους και ένθους, εκσυγχρονίζοντας την παράλληλα με όρους του νέου κοινωνικο-οικονομικού πλαισίου. Ο Νουμάν Κουρτουλμούς (Numan Kurtulmuş), ένας εκ των Αντιπροέδρων του ΑΚΡ, υπογράμμισε ότι: «Δεν πρόκειται να υπάρξει επιστροφή στα παλιά. Η Τουρκία μετά από δύο αιώνες αγώνων ξανασυναντήθηκε με τις ρίζες της. Αυτό το έθνος έφερε στην εξουσία τα δικά του παιδιά. Ήρθε στη δική του εξουσία και δε θα κατεβεί από την εξουσία»[15].

Σαν συνέχεια της πιο πάνω ιστορικής ερμηνείας, τα προβλήματα του πολιτικού συστήματος και ιδιαίτερα του Συντάγματος εκπηγάζουν από την εκ των άνω επιβολή του και συνεπώς από την καταστρατήγηση της εθνικής βούλησης[16], της θέλησης του αυθεντικού μουσουλμανικού μιλλέτ. Επομένως η «ιερή» αποστολή την οποία επωμίζεται το πολιτικό Ισλάμ για να επιλύσει το πιο πάνω πρόβλημα, επικεντρώνεται κυρίως σε δύο άξονες: τη δημιουργία ενός Συντάγματος που να μην καταστρατηγεί τη βούληση του ένθους-μιλλέτ, αλλά και τη δέσμευση σε ένα περιεχόμενο του Συντάγματος, το οποίο θα υπογραμμίζει όλα εκείνα που θα αποκαθιστούν την Τουρκία ως ένα «ένδοξο κράτος» εμπνευσμένο από την αυτοκρατορική κληρονομιά των Οθωμανών.  Για παράδειγμα, το δημοψήφισμα ως πολιτική πράξη διαθέτει στρατηγικό χαρακτήρα στο πιο πάνω ιδεολογικό πλαίσιο. Μέσα από το δημοψήφισμα διασφαλίζεται η δημοκρατία η οποία έχει την έννοια της συμμετοχής του έθνους-μιλλέτ και της προώθησης της ιστορικής συμφιλίωσης μεταξύ αυτού του μιλλέτ και του «αποξενωμένου» κράτους[17]. Το ΑΚΡ μέσα σε 10 χρόνια διακυβέρνησης πρωτοστάτησε στην πραγματοποίηση δύο δημοψηφισμάτων για συνταγματικές αλλαγές.

 

Επιπλέον, το ίδιο το Σύνταγμα πρέπει να ανταποκρίνεται όχι μόνο στις νέες ανάγκες της κοινωνικο-οικονομικής και πολιτικής ανάπτυξης της Τουρκίας, αλλά και στις ανάγκες που δημιουργεί αυτή η ανάπτυξη στην εξωτερική της πολιτική. Το Σύνταγμα της χώρας θα πρέπει να διευκολύνει την κατάργηση των παραδοσιακών και εν πολλής «ψεύτικων» εθνικών συνόρων και να ανοίγει το δρόμο για μια γενικότερη ενσωμάτωση στην περιοχή. Όπως σημειώνει ο Σιαμπάν Αμπάκ (Şaban Abak) στην εφημερίδα Γιενί Σιαφάκ (Yeni Şafak), η δημιουργία νέου Συντάγματος θα πρέπει να διασφαλίζει τις προοπτικές εναγκαλισμού των γειτονικών λαών, θα πρέπει να διασφαλίζει την επανέναρξη μια διαδικασίας ενσωμάτωσης και κοινής ζωής με την Τουρκία[18]. Άρα το νέο Σύνταγμα θα πρέπει να αποτελέσει μια τομή στο καθεστώς πραγμάτων που εγκαθιδρύθηκε με το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και να επαναφέρει σε νέο πλαίσιο την εμπειρία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο σημείο αυτό εισέρχεται η έννοια του «Ένδοξου-Λαμπρού Κράτους» (Kerim Devlet)[19], το οποίο θα γίνει σημείο αναφοράς και πηγή έμπνευσης για τους γειτονικούς λαούς.

 

Σε ένα τέτοιο κράτος λοιπόν, σε ένα περιβάλλον αναγεννημένης «μεγαλοσύνης» της Τουρκίας που μπορεί να ενσωματώνει τη γειτονική της περιοχή στο νεοφιλελεύθερο πλαίσιο, «ταιριάζει» το προεδρικό σύστημα. Γιατί το προεδρικό σύστημα, σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση του πολιτικού Ισλάμ, είναι χαρακτηριστικό αλλά και εγγύηση «μεγάλων, ένδοξων και ανεπτυγμένων κρατών». Ο Έρντογαν σημειώνει με νόημα ότι: «Το προεδρικό σύστημα δε μας είναι ξένο. Οι πρόγονοι μας έζησαν κάτι παρόμοιο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το σύστημα αυτό υπάρχει στα πιο ανεπτυγμένα κράτη του κόσμου. Στις ΗΠΑ και στη Ρωσία υπάρχει προεδρικό. Στη Γαλλία υπάρχει ημιπροεδρικό σύστημα. Στη Λατινική Αμερική επίσης. Εάν οι ανεπτυγμένες χώρες διοικούνται με αυτό το σύστημα, τότε αυτό κάτι σημαίνει»[20]. Οι δηλώσεις αυτές αποκτούν ιδιαίτερο νόημα, εάν ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι μετατρέπουν το προεδρικό σύστημα σε συνώνυμο της οικονομικής ανάπτυξης και συνεπώς της «μεγαλοσύνης» του κράτους. Την ίδια όμως στιγμή, αναγάγουν την αλλαγή του πολιτειακού συστήματος στην Τουρκία σε μια πολιτισμική αναγκαιότητα που αρμόζει στη χώρα και το έθνος-μιλλέτ.

 

Σύμφωνα με τον Κουζού (Kuzu), η «πολυκέφαλη εξουσία» δεν αρμόζει στο ευρύτερο αξιακό πλαίσιο των Τούρκων, λόγω της καθιερωμένης αντίληψης ότι «τα πάντα αναμένονται από την κυβέρνηση», δηλαδή την εκτελεστική εξουσία[21]. Ο Αλί Φουάτ Μπάσγκιλ (Ali Fuat Başgil) αναδεικνύοντας τη σύνδεση μεταξύ του ισλαμικού πολιτισμού και του προεδρικού συστήματος ήδη από τη δεκαετία του 1950, υπογράμμισε ότι «Είμαστε ένα έθνος που θέλει να βλέπει από πάνω του μια και μόνη αρχή. Να εκλέγουμε εμείς μεταξύ μας αυτή την αρχή. Και ας της αναγνωρίσουμε όλα τα χαρακτηριστικά για να είναι αρχή. Μετά την κατάργηση του σουλτανάτου και του χαλιφάτου και με στόχο να μην πιαστεί ξανά η Τουρκία στη φουρτούνα μιας κυβέρνησης ενός προσώπου, ήθελαν να δημιουργήσουν την Εθνοσυνέλευση. Δηλαδή έναν ηγεμόνα 100 κεφαλιών και δίπλα της θέλησαν να αφήσουν έναν Πρόεδρο του κράτους στο επίπεδο του εθιμοτυπικού υπαλλήλου»[22].

 

Πάντως ανεξάρτητα από την επιτυχία ή όχι στην υλοποίηση του διπλού στόχου του ΑΚΡ για αλλαγή του Συντάγματος και του πολιτειακού συστήματος στην Τουρκία, είναι γεγονός ότι το κυβερνών κόμμα διαθέτει μια ολοκληρωμένη στρατηγική επί του θέματος. Το ΑΚΡ δεν έκρυψε ποτέ την πρόθεση του για προεδρικό σύστημα, ήδη από το 2001 έτος ίδρυσης του[23]. Όμως φαίνεται ότι τα πολιτικά γεγονότα που ακολούθησαν μέχρι και σήμερα δεν του επέτρεψαν να ανοίξει ολοκληρωμένα αυτή τη συζήτηση. Μετά το νικηφόρο αποτέλεσμα των γενικών εκλογών του 2011 και το συνέδριο του κόμματος το Σεπτέμβριο του 2012, οι προθέσεις για προεδρικό σύστημα καταγράφηκαν πλέον πιο ξεκάθαρα και κορυφώθηκαν με την κατάθεση συγκεκριμένη πρότασης στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή που μελετούσε μέχρι πρόσφατα την αλλαγή του Συντάγματος. Τα ίδια περίπου ισχύουν και για την αλλαγή του Συντάγματος. Στα ιδεολογικά πλαίσια του κυβερνώντος κόμματος το υφιστάμενο Σύνταγμα εμποδίζει την Τουρκία από του να καθιερωθεί ως μεγάλη δύναμη και να αναπτύξει όλα τα χαρακτηριστικά που θα εγγυηθούν τη μεγαλοσύνη που διεκδικεί.

 

Σταδιακά μάλιστα παρατηρείται μια ποιοτική αλλαγή στην τακτική του ΑΚΡ γύρω από τα δύο αυτά ζητήματα με επίκεντρο τη βαθμιαία επικράτηση σκληρότερων ιδεολογικών αξόνων του πολιτικού Ισλάμ. Για παράδειγμα την περίοδο της προσπάθειας για συνταγματική μεταρρύθμιση το 2007, οι προτάσεις του ΑΚΡ κινούνταν στη λογική του κοινοβουλευτικού συστήματος και ήταν αποτέλεσμα της εργασίας ακαδημαϊκών που δεν ήταν στενά συνδεδεμένοι με τους κύκλους του πολιτικού Ισλάμ[24]. Αντίθετα, το 2013 όλες οι προσπάθειες για αλλαγή του Συντάγματος προέρχονται από το στενό κομματικό πυρήνα και επικεντρώνονται στην εισαγωγή ενός προεδρικού συστήματος «τουρκικού τύπου»[25], με φόντο τον ίδιο τον Έρντογαν. Η μέχρι στιγμής αποτυχία στην αλλαγή του Συντάγματος και του πολιτειακού συστήματος, καθόλου δεν υπονοεί ότι το ΑΚΡ άλλαξε στρατηγική. Αντίθετα, οι προεδρικές εκλογές του Αυγούστου 2014 και οι γενικές εκλογές του 2015, αποχτούν στρατηγική σημασία για τον στόχο μετάβασης της χώρας σε προεδρικό ή ημιπροεδρικό σύστημα. Για την υλοποίηση αυτού του στόχου, απαραίτητη είναι η αύξηση των εδρών του κυβερνώντος κόμματος στην Εθνοσυνέλευση.

 

Μερικά χαρακτηριστικά στοιχεία του προεδρικού συστήματος που προτείνει μέχρι στιγμής το ΑΚΡ είναι τα εξής: Προεδρική θητεία πέντε χρόνων με δικαίωμα δύο θητειών στο ίδιο πρόσωπο. Η εκτελεστική εξουσία ανήκει στον Πρόεδρο που διορίζει και παύει τους Υπουργούς. Ο Πρόεδρος ηγείται της γενικής εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής. Έχει το δικαίωμα κήρυξης εκλογών της Εθνοσυνέλευσης, έκδοσης προεδρικών διαταγμάτων και αποφασίζει για τη χρησιμοποίηση των ενόπλων δυνάμεων. Διορίζει τα μισά μέλη του Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης, το μισό αριθμό Πρυτάνεων Πανεπιστημίων, καθώς και τα μισά μέλη του Συνταγματικού Δικαστηρίου, χωρίς όμως η Εθνοσυνέλευση να έχει δικαίωμα ελέγχου των διορισμών[26]. Επιπρόσθετα, νομοσχέδιο το οποίο ο Πρόεδρος στέλνει πίσω στην Εθνοσυνέλευση χρειάζεται πλειοψηφία 3/5, δηλαδή 330 ψήφων, για να εγκριθεί χωρίς τις αλλαγές που υποδεικνύει ο Πρόεδρος[27]. Αξίζει να σημειωθεί ότι το ΑΚΡ έχει προβεί και σε προτάσεις για συνταγματικές αλλαγές κατάργησης των αυτόνομων στρατιωτικών δικαστικών δομών, της υπαγωγής του Γενικού Επιτελείου Στρατού στο Υπουργείο Άμυνας[28], καθώς και ρυθμίσεις που να επιτρέπουν σε μαντιλοφορούσες γυναίκες να εργοδοτηθούν στο δημόσιο τομέα[29].

 

Δύο παράλληλες πορείες; Η «νέα» Τουρκία και το Κουρδικό πρόβλημα

 

Οι εξελίξεις στην Τουρκία ιδιαίτερα από το 2011 και μετά, φαίνεται να συνδέουν σε μεγάλο βαθμό την πορεία επίλυσης του Κουρδικού με την συνταγματική ίσως και την πολιτειακή αλλαγή στην Τουρκία. Η ταύτιση των δύο θεμάτων προκύπτει και ως μέρος της στρατηγικής που ακολουθεί μέχρι στιγμής το κυβερνών κόμμα. Σε αυτό το πλαίσιο παρουσιάζονται κάποιες δυναμικές που αντικρίζουν την προοπτική επίλυσης του Κουρδικού μέσα από την συνταγματική αλλαγή, την υιοθέτηση του προεδρικού συστήματος, ακόμα και την εσωτερική αναδιάρθρωση της δομής της Τουρκίας.

 

Οι ισορροπίες δυνάμεων εντός Εθνοσυνέλευσης, η ενδοϊσλαμική αντιπαράθεση μεταξύ Erdoğan και Gülen, καθώς και η πορεία των γεγονότων στη σημερινή χρονική συγκυρία, φαίνεται να αποτρέπουν την ομόφωνη κατάληξη σε νέο Σύνταγμα από το κοινοβουλευτικά κόμματα. Το Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (Cumhuriyetçi Halk Partisi – CHP) και το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (Milliyetçi Hareket Partisi – MHP) διαφωνούν σε πολύ σημαντικά θέματα των συνταγματικών αλλαγών, συμπεριλαμβανομένου και του προεδρικού συστήματος. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, φαίνεται ότι διάφορες τάσεις του κουρδικού Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών (Hakların Demokratik Partisi – HDP)[30] δεν απέκλεισαν την προοπτική «έμμεσης συνεργασίας» με το ΑΚΡ για τον καταρτισμό ενός νέου Συντάγματος το περιεχόμενου του οποίου να ανοίγει και το δρόμο επίλυσης του Κουρδικού. Παρόλο που το κουρδικό κόμμα αποφάσισε ως αρχική θέση την ενίσχυση των τοπικών εξουσιών στις κουρδικές περιοχές μέσα από τον εκσυγχρονισμό του κοινοβουλευτικού συστήματος, υπάρχουν κάποιες τάσεις που δεν αποκλείουν το συμβιβασμό στα πλαίσια ενός δημοκρατικού προεδρικού συστήματος.  

 

Σύμφωνα με πρακτικά συναντήσεων του Αμπντουλλάχ Οτζαλάν (Abdüllah Öcalan) με βουλευτές του Κόμματος Ειρήνης και Δημοκρατίας, τα οποία διέρρευσαν στον τουρκικό Τύπο, ο Κούρδος ηγέτης παρουσιάζεται έτοιμος να στηρίξει την υποψηφιότητα Έρντογαν σε ένα προεδρικό σύστημα, εφόσον διασφαλίζονται βασικά αιτήματα των Κούρδων. Η ενίσχυση και η αυτονομία των τοπικών εξουσιών, ο αυστηρός διαχωρισμός των εξουσιών, η διασφάλιση της ελευθερίας έκφρασης και μητρικής γλώσσας, η ριζική αναδιαμόρφωση του δικαστικού συστήματος και η αναγνώριση της πολιτισμικής διαφορετικότητας των Κούρδων, αποτελούν μερικά από τα πιο σημαντικά αιτήματα[31].  

 

Την ίδια όμως στιγμή η ταύτιση της πορείας επίλυσης του Κουρδικού με το μέλλον του τουρκικού Συντάγματος, εμπερικλείει ορισμένες «προβληματικές» πτυχές αναπαραγωγής αντιπαραθέσεων στη χώρα. Σε ένα πρώτο επίπεδο, βρίσκεται η προσπάθεια του ΑΚΡ να πάρει κάποια αριθμητικά ανταλλάγματα εντός Εθνοσυνέλευσης από το HDP, ούτως ώστε να μπορέσει να οδηγήσει το νέο Σύνταγμα σε δημοψήφισμα. Για να γίνει αυτό προφανώς το κουρδικό κόμμα θα διεκδικήσει βήματα προς την κατεύθυνση υλοποίησης των αιτημάτων του. Σε ένα δεύτερο επίπεδο, βρίσκεται η ιδεολογικοπολιτική βάση της θέσης του ΑΚΡ για αλλαγή του πολιτειακού συστήματος, αλλά και για πιθανή αλλαγή της δομής της ίδιας της Τουρκίας μέχρι και την υιοθέτηση συστήματος πολιτειών-ομοσπονδία[32]. Συνεπώς εδώ γεννιέται το ερώτημα εάν το ΑΚΡ θα θέσει σε προτεραιότητα το προεδρικό σύστημα και θα οπισθοχωρήσει στο Κουρδικό ή το αντίθετο.

 

Είναι γεγονός ότι η πορεία ταύτισης των δύο ζητημάτων στην ημερήσια διάταξη της Τουρκίας, έχει απελευθερώσει τέτοιες δυναμικές που ακόμα και το ζήτημα της υιοθέτησης μιας άλλης εσωτερικής δομής στη χώρα είναι πλέον θέμα συζήτησης. Έστω και αν ο Πρωθυπουργός Έρντογαν επιδίωξε να μεταθέσει την προοπτική μετατροπής της εσωτερικής δομής της Τουρκίας με πολιτείες σε θέμα μετά το 2023, εντούτοις ο πολιτικός του προσανατολισμός ήταν ξεκάθαρος. Σε συγκέντρωση με τους βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος των περιοχών Ανατολικής Ανατολίας, Νοτιοανατολικής Ανατολίας και της Μαύρης Θάλασσας, υπογράμμισε ότι: «Βασικά, το σύστημα πολιτειών στα ισχυρά κράτη δεν βλάπτει, αντίθετα ωφελεί. Παράδειγμα είναι οι ΗΠΑ. Και ο δικός μας στόχος είναι να βάλουμε την Τουρκία το 2013 ανάμεσα σε αυτά τα ισχυρά κράτη. Όταν πραγματοποιηθεί αυτό δεν θα υπάρχει πρόβλημα ακόμα και με σύστημα πολιτειών»[33]. Πάντως οι περιφερειακές εξελίξεις του τελευταίου χρονικού διαστήματος με τον κίνδυνο τριχοτόμησης του Ιράκ και την πολιτική ισχυροποίηση των Κούρδων σε ολόκληρη την περιοχή, αποτελούν σημαντικές νέες δυναμικές που εξαναγκάζουν την Άγκυρα να συμβιβαστεί με την ιδέα νέων πολιτικών και οικονομικών δομών ενσωμάτωσης.

 

 

Συμπεράσματα

 

Η σημερινή αντιπαράθεση στην Τουρκία γύρω από το θέμα της αλλαγής του Συντάγματος και της υιοθέτησης του προεδρικού συστήματος αποτελεί συνέχεια μιας μακράς διάρκειας αναζητήσεων επί του θέματος. Οι διάφορες κοινωνικο-οικονομικές και πολιτικές ανακατατάξεις στη χώρα, τα στρατιωτικά πραξικοπήματα, η πορεία του Κουρδικού προβλήματος, καθώς και οι προσανατολισμοί της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, αποτελούσαν διαχρονικά το ευρύτερο πλαίσιο μέσα στο οποίο κορυφώνονταν και οι αντιπαραθέσεις για ένα νέο Σύνταγμα.

 

Η κληρονομιά που άφησε πίσω του το Σύνταγμα του 1982, ως προϊόν του πραξικοπήματος του 1980, επικεντρώνεται στη μετακίνηση της Τουρκίας προς μια ισχυρότερη εκτελεστική εξουσία. Η ισχυροποίηση της εκτελεστικής εξουσίας δεν ήταν αποτέλεσμα μόνο των ιδεολογικών αναζητήσεων της πραξικοπηματικής ηγεσίας. Ήταν μια αναγκαιότητα που προέκυπτε από το νεοφιλελεύθερο μετασχηματισμό της χώρας, η επιβολή του οποίο κορυφωνόταν τη συγκεκριμένη περίοδο. Συνεπώς η σημερινή διεκδίκηση του ΑΚΡ για μια συνολική αλλαγή του Συντάγματος, εγγράφεται ακριβώς μέσα στα ευρύτερα πλαίσια του κοινωνικο-οικονομικού μετασχηματισμού της χώρας. Με λίγα λόγια, η διεκδίκηση αυτή πρέπει να αναλύεται ως ένας αντικατοπτρισμός των νέων πολιτικών και ιδεολογικών αναγκών που έχει η Τουρκία, έτσι όπως αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια.

 

Το ΑΚΡ δεν έκρυψε ποτέ το στόχο για αλλαγή του Συντάγματος και του πολιτειακού συστήματος. Όμως οι διεκδικήσεις αυτές αποχτούσαν συγκεκριμένο περιεχόμενο και προωθούνταν στο δημόσιο χώρο ως πολιτικό πρόγραμμα αναλόγως των συγκυριών και ισορροπιών. Η σταθερή ενίσχυση της εξουσίας του ΑΚΡ και η θεμελίωση της ηγεμονικής του θέσης στο τουρκικό πολιτικό σύστημα ιδιαίτερα μετά τις εκλογές του 2011, ήταν σημαντικοί παράγοντες που επανέφεραν ακόμα πιο συγκεκριμένα αυτή τη διεκδίκηση του κυβερνώντος κόμματος. Παράλληλα θα πρέπει να σημειωθεί ότι η αλλαγή του Συντάγματος και η υιοθέτηση του προεδρικού συστήματος είναι πολιτικά αιτήματα ταυτισμένα με την ευρύτερη συντηρητική Δεξιά και το πολιτικό Ισλάμ στην Τουρκία. Συνεπώς η θέση του ΑΚΡ επί των προαναφερθέντων ζητημάτων είναι αποτέλεσμα των εξελίξεων των τελευταίων δεκαετιών, αλλά είναι και θέμα ιδεολογικής και ιστορικής συνέχειας μιας συγκεκριμένης παράδοσης στην Τουρκία. Το ΑΚΡ επανερμηνεύει και εκσυγχρονίζει το ζήτημα του νέου Συντάγματος και της πολιτειακής αλλαγής, σύμφωνα με τους νέους όρους και προϋποθέσεις που προκύπτουν από την επικράτηση του νεοφιλελευθερισμού.

 

Την ίδια στιγμή, οι σημερινές αναζητήσεις συμπίπτουν με τις εξελίξεις στο Κουρδικό πρόβλημα, αλλά και με τις ανακατατάξεις σε ολόκληρη την Μέση Ανατολή. Φαίνεται μάλιστα ότι η προσπάθεια για ένα νέο Σύνταγμα διαθέτει ευρύτερες πτυχές ικανές να ανατρέψουν μεγάλο μέρος των στερεοτύπων που χαρακτηρίζουν την τουρκική ιστορία. Οι δυναμικές που έχουν απελευθερωθεί από τον παραλληλισμό της προσπάθειας για αλλαγή του Συντάγματος, επανέφεραν στο προσκήνιο ακόμα και τις συζητήσεις για ομοσπονδιοποίηση της Τουρκίας. Φυσικά η εγκαθίδρυση ομοσπονδίας ως μέρος της επίλυσης του Κουρδικού, αλλά και τα ζητήματα αλλαγής Συντάγματος και πολιτεύματος, είναι ακόμα ανοιχτά σε αντιπαραθέσεις και ανατροπές. Η σημερινή κυρίαρχη τάση επιβεβαιώνει ότι το ΑΚΡ θα προσπαθήσει μέχρι τέλους για την επικράτηση ενός νέου Συντάγματος και ενός πολιτεύματος με ισχυρότερη εκτελεστική εξουσία. Ανεξαρτήτως όμως από την τελική κατάληξη, η οποία είναι ανοιχτή στα ερωτηματικά των αντιπαραθέσεων και των ανατροπών της ιστορίας, οι αναζητήσεις αυτές επιβεβαιώνουν ότι βρισκόμαστε ενώπιον μιας νέας φάσης στην τουρκική ιστορία. Το σημερινό οικονομικό, πολιτικό και ιδεολογικό πλαίσιο, αποτελεί μέρος της «νέας Τουρκίας» που οικοδομείται τα τελευταία χρόνια και της οποίας η εξέλιξη θα επηρεάσει ολόκληρη την περιοχή.

 

                                   

 

 -------------------------------------------------------------------------------------------------

 

Βιβλιογραφία και Πηγές

 

“Başbakan Erdoğan: Sürece destek yüzde 64”, www.aksam.com.tr, 27 Μαρτίου 2013.

 

“Başkanlık sisteminde ısrarcıyız”, Anadolu Ajansı, 17 Φεβρουαρίου 2013.

 

“Başkanlık sisteminde ısrarcıyız”, Anadolu Ajansı, 17 Φεβρουαρίου 2013.

 

“Dört parti uzlaştı bakanlığa bağlanıyor”, Yeni Şafak, 21 Φεβρουαρίου 2013.

 

“Gelişmiş Ülkelerin Sistemi Başkanlık”, Sabah, 30 Απριλίου 2013.

 

“Kurtulmuş başkanlık sistemi için ne dedi?”, http://www.haber61.net/kurtulmus-baskanlik-sistemi-icin-ne-dedi-145231h.htm, [είσοδος στις 27 Απριλίου 2013].

 

Abak Şaban, “Yeni Anayasanın Ruhu”, Yeni Şafak, 24 Ιανουαρίου 2013.

 

Akgüner Tayfun, Özel Girişim Özgürlüğü ve Yatırımları Teşvik Tedbirleri, Formül Matbaası, İstanbul 1979.

 

Akyol Taha, “Fakat…”, Hürriyet, 7 Μαρτίου 2013.

 

Ali Fuat Başgil, İlmin Işığında Günün Meseleleri, Yağmur Yayınları, İstanbul 1960.

 

Başaran Ezgi, “Başkanlık konusunu AKP karşıtlığına indirgemeyelim”, Radikal, 16 Μαρτίου 2013.

 

Ete Hatem, “AK Parti iktidarını dönemselleştirme”, Sabah, 29 Σεπτεμβρίου 2012. 

 

Fendoğlu Hasan Tahsin, “Başkanlık Sistemi Tartışmaları”, Stratejik Düşünce Enstitüsü Analiz, Ankara 2010.

 

Güven Erdal, “Şimdi de partili Cumhurbaşkanı mı?”, www.erdalguven.wordpress.com, [είσοδος στις 16 Απριλίου 2013].

 

İnsel Ahmet, “2B Kapanı ve Türkmenbaşılık”, Radikal İki, 13 Μαρτίου 2013.

 

Kuzu Burhan, “Türkiye için Başkanlık Hükümeti”, Amme İdare Dergisi, Vol. 29, No. 3, Σεπτέμβριος 1996, σσ.57-85.

 

Kuzu Burhan, “Türkiye için Başkanlık Sistemi”, Liberal Düşünce Dergisi, Vol. 1, No. 2, 1996, σσ.13-43.

 

Öymen Altan, Başkanlık Sisteminin yol açtığı tehlike”, Radikal, 3 Απριλίου 2013.

 

Samuel E. Finer, The Man on the Horseback: The Role of Military in Politics, Pall Mall Press, London 1962.

 

Robert Pickney, Right Wing Military Government, Twayne Publishers, Boston 1990.

T.C Devlet Başkanı Kenan Evren’in Yeni Anayasayı Devlet Adına Tanıtma Programı Gereğince Yaptıkları Konuşmalar, Ankara 1982.

 

Teazis Christos, İkincilerin Cumhuriyeti. Adalet ve Kalkınma Partisi, Mızrak Yayınları, İstanbul 2010.

 

Türk Recep, “Feasibility of Presidential System in Turkey”, Turkish Journal of Politics, Vol. 2, No. 1, 2011, σσ.33-48.

 

 

 

 

 

[1] Recep Türk, “Feasibility of Presidential System in Turkey”, Turkish Journal of Politics, Vol. 2, No. 1, 2011, σ. 34.

[2] Ενδεικτικές μελέτες επί του θέματος: Samuel E. Finer, The Man on the Horseback: The Role of Military in Politics, Pall Mall Press, London 1962. Robert Pickney, Right Wing Military Government, Twayne Publishers, Boston 1990.

[3] Burhan Kuzu, “Türkiye için Başkanlık Hükümeti”, Amme İdare Dergisi, Vol. 29, No. 3, Σεπτέμβριος 1996, σ. 58.

[4] T.C Devlet Başkanı Kenan Evren’in Yeni Anayasayı Devlet Adına Tanıtma Programı Gereğince Yaptıkları Konuşmalar, Ankara 1982, σ. 87.

[5] Türk, “Feasibility of Presidential System in Turkey”, σ. 35.

[6] Türk, “Feasibility of Presidential System in Turkey”, σ. 36.

[7] Hasan Tahsin Fendoğlu, “Başkanlık Sistemi Tartışmaları”, Stratejik Düşünce Enstitüsü Analiz, Ankara 2010, σ. 20.

[8] Burhan Kuzu, “Türkiye için Başkanlık Sistemi”, Liberal Düşünce Dergisi, Vol. 1, No. 2, 1996, σ. 17.

[9] “Başkanlık sisteminde ısrarcıyız”, Anadolu Ajansı, 17 Φεβρουαρίου 2013.

[10] Tayfun Akgüner, Özel Girişim Özgürlüğü ve Yatırımları Teşvik Tedbirleri, Formül Matbaası, İstanbul 1979, σ. 31.

[11]Kuzu, “Türkiye için Başkanlık Hükümeti”, σ. 57.

[12] Ahmet İnsel, “2B Kapanı ve Türkmenbaşılık”, Radikal İki, 13 Μαρτίου 2013.

[13] Μελετητές της διακυβέρνησης του ΑΚΡ υποστηρίζουν ότι τα έτη από το 2002 μέχρι σήμερα, θα μπορούσαν να διαχωριστούν σε τρεις ή και τέσσερις μεγάλες περιόδους με αντίστοιχα πολιτικά χαρακτηριστικά και εξελίξεις. Hatem Ete, “AK Parti iktidarını dönemselleştirme”, Sabah, 29 Σεπτεμβρίου 2012. 

[14] «Το προεδρικό σύστημα υπάρχει στα γονίδια μας. Εμείς αγαπούμε τους ισχυρούς άντρες και αυτό δε σημαίνει ότι μας αρέσουν οι δικτάτορες!». Αυτά δήλωσε σε τηλεοπτική εκπομπή η γνωστή δημοσιογράφος Sevilay Yükselir της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Sabah. Ενδεικτικό παράδειγμα των θέσεων που εκφράζει η ελίτ των διανοουμένων από τον κύκλο του κυβερνώντος κόμματος. “Sabah yazarı verdi coşkuyu: Başkanlık sistemi genlerimizde var!”,  http://www.internethaber.com/sabah-yazari-verdi-coskuyu-baskanlik-sistemi-genlerimizde-var-664138h.htm, 24 Απριλίου 2014.

[15] Απόσπασμα από ομιλία του Νουμάν Κουρτουλμούς σε συγκέντρωση στελεχών του ΑΚΡ στα Άδανα στις 27 Απριλίου 2013. “Kurtulmuş başkanlık sistemi için ne dedi?”, http://www.haber61.net/kurtulmus-baskanlik-sistemi-icin-ne-dedi-145231h.htm, [είσοδος στις 27 Απριλίου 2013].

[16] Kuzu, “Türkiye için Başkanlık Hükümeti”, σ. 75.

[17] Christos Teazis, İkincilerin Cumhuriyeti. Adalet ve Kalkınma Partisi, Mızrak Yayınları, İstanbul 2010, σ. 60.

[18] Şaban Abak, “Yeni Anayasanın Ruhu”, Yeni Şafak, 24 January 2013.

[19] Abak, “Yeni Anayasanın Ruhu”.

[20] “Gelişmiş Ülkelerin Sistemi Başkanlık”, Sabah, 30 April 2013.

[21] Kuzu, “Türkiye için Başkanlık Hükümeti”, σ. 58.

[22] Ali Fuat Başgil, İlmin Işığında Günün Meseleleri, Yağmur Yayınları, İstanbul 1960, σ. 39.

[23] www.haber7.com, “AK Parti başkanlık sistemini 2001’de açıklamıştı”, [είσοδος στις 19 Απριλίου 2013].

[24] Taha Akyol, “Fakat…”, Hürriyet, 7 Μαρτίου 2013.

[25] Ahmet İnsel, “2B Kapanı ve Türkmenbaşılık”, Radikal İki, 13 Μαρτίου 2013.

[26] Erdal Güven, “Şimdi de partili Cumhurbaşkanı mı?”, www.erdalguven.wordpress.com, [είσοδος στις 16 Απριλίου 2013].

[27] Erdal Güven, “Şimdi de partili Cumhurbaşkanı mı?”, www.erdalguven.wordpress.com, [είσοδος στις 16 Απριλίου 2013].

[28] “Dört parti uzlaştı bakanlığa bağlanıyor”, Yeni Şafak, 21 Φεβρουαρίου 2013.

[29] “Başkanlık sisteminde ısrarcıyız”, Anadolu Ajansı, 17 Φεβρουαρίου 2013.

[30] Το κουρδικό Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας, μετά τις δημοτικές εκλογές Μαρτίου 2014, προχώρησε στη συνένωση του με το Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών σε μια προσπάθεια να διευρύνει την εκλογική του βάση πέραν των νοτιοανατολικών-κουρδικών περιοχών της Τουρκίας.

[31] Ezgi Başaran, “Başkanlık konusunu AKP karşıtlığına indirgemeyelim”, Radikal, 16 Μαρτίου 2013.

[32] Altan Öymen, Başkanlık Sisteminin yol açtığı tehlike”, Radikal, 3 Απριλίου 2013.

[33] “Başbakan Erdoğan: Sürece destek yüzde 64”, www.aksam.com.tr, 27 Μαρτίου 2013.

bottom of page